σωτηριολογία

σωτηριολογία
η
η θρησκευτική διδασκαλία για το απολυτρωτικό έργο του Σωτήρα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σωτηριολογία — Δογματική διδασκαλία του χριστιανισμού, που αναφέρεται στη διδασκαλία για τη σωτηρία των αμαρτωλών. Επειδή η σωτηρία προέρχεται, κατά τη χριστιανική διδασκαλία, από το απολυτρωτικό έργο του Ιησού, η διδασκαλία της σ. τείνει να συγκεντρώσει σ’… …   Dictionary of Greek

  • Soteriologisch — In der christlichen Theologie ist Soteriologie (griechisch σωτηριολογία) die Lehre von der Erlösung des Menschen durch Jesus Christus. Sie bildet ein Teilgebiet der Dogmatik. Der Ausdruck kommt vom griechischen Soter Retter, Heiland. In den… …   Deutsch Wikipedia

  • -λογία — (AM λογία) β συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ονομάτων που σχηματίστηκαν από ονόματα σε λόγος ή από ρ. σε λογώ και ανάγονται στο ρ. λέγω είτε με τη σημασία τού «μιλώ», άρα και τού «ασχολούμαι με κάτι» (πρβλ. αερολογία, ευφυολογία, φιλολογία), είτε με …   Dictionary of Greek

  • Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει …   Dictionary of Greek

  • μετεμψύχωση ή μετενσάρκωση — Αρχαία φιλοσοφικό θρησκευτική διδασκαλία, σύμφωνα με την οποία η ψυχή κατά τον θάνατο του σώματος μεταβαίνει σε έναν άλλο ζωντανό οργανισμό. Η μ. εισήχθη πιθανότατα από την Ανατολή στον κλασικό κόσμο, όπου όμως δεν εντάχθηκε στα θρησκευτικά… …   Dictionary of Greek

  • τζαϊνισμός — Θρησκεία της Ινδίας, που ο βραχμανισμός δεν τη θεωρεί ορθόδοξη, γιατί οι τζαϊνιστές δεν παραδέχονται τις Βέδες ως ιερά κείμενα. Ιδρυτής του θεωρείται ο Βαρντχαμάνα Μαχαβίρα (περίπου 539 467 π.Χ.), σύγχρονος του Βούδα, γιος βασιλιά όπως και… …   Dictionary of Greek

  • σωτηριολογικός — ή, ό που ανήκει ή αναφέρεται στη σωτηριολογία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”